ὑπερκέρασις

From LSJ

ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερκέρᾰσις Medium diacritics: ὑπερκέρασις Low diacritics: υπερκέρασις Capitals: ΥΠΕΡΚΕΡΑΣΙΣ
Transliteration A: hyperkérasis Transliteration B: hyperkerasis Transliteration C: yperkerasis Beta Code: u(perke/rasis

English (LSJ)

-εως, ἡ, an outflanking on one wing, Plb.1.27.5, Ascl. Tact.10.2, Arr.Tact.29.9, Ael.Tact.25.1, 38.1; cf. ὑπερκεράω and ὑπερφαλάγγησις.

German (Pape)

[Seite 1197] ἡ, das Überflügeln, Pol. 1, 27, 5. 11, 23, 8.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
débordement des ailes ou d'une aile d'une armée.
Étymologie: ὑπερκεράω.

Russian (Dvoretsky)

ὑπερκέρασις: εως ἡ обход с флангов, фланговый охват Polyb.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπερκέρασις: ἡ, ὑπερφαλάγγησις, κύκλωσις τοῦ κέρατος (τοῦ στρατοῦ), Πολύβ. 1. 27, 5, κτλ.· πρβλ. ὑπερφαλάγγησις.

Greek Monotonic

ὑπερκέρασις: ἡ, υπερφαλλαγίζω, κυκλώνω το ένα άκρο, τη μία πτέρυγα, σε Πολύβ.

Middle Liddell

ὑπερ-κέρασις, εως,
an outflanking on one wing, Polyb.