ὑποθέναρ
From LSJ
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς → holy God, holy Mighty, holy Immortal, have mercy on us
English (LSJ)
τό,
A the part of the palm next the fingers, Ruf.Onom. 87, Poll.2.143.
2 = στῆθος III.2, base of the thumb, Orib.25.1.29.
3 the part opposite the στῆθος, inner ridge of palm, Gal.14.704.
Greek (Liddell-Scott)
ὑποθέναρ: τό, τὸ μέρος τῆς παλάμης, «τὸ ἀπὸ τοῦ λιχανοῦ ἕως τοῦ μικροῦ δακτύλου» Πολυδ. Β΄, 143, πρβλ. Γαλην. 14. 704.
Greek Monolingual
το / ὑποθέναρ, -αρος, ΝΑ
ανατ. το οπισθέναρ
αρχ.
1. το τμήμα της παλάμης που βρίσκεται δίπλα στα δάχτυλα
2. η βάση του αντίχειρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + θέναρ «το κοίλο της παλάμης, χούφτα» (πρβλ. ὀπισθέναρ)].