ᾀστέον
From LSJ
διὰ λαμπροτάτου βαίνοντες ἁβρῶς αἰθέρος → passing lightly through clear-shining air (Euripides, Medea 829)
English (LSJ)
one must sing, Ar.Nu.1205, Pl.R. 390e.
Spanish (DGE)
hay que cantar μοὐγκώμιον Ar.Nu.1205, ᾀ. ὅτι ... Pl.R.390e
•abs. ὡς ᾀ. cómo hay que cantar Ph.2.576.
German (Pape)
[Seite 375] adj. verb. zu ᾄδω, Plat. Rep. III, 390 e.
Greek (Liddell-Scott)
ᾀστέον: ῥημ. ἐπίθ. δεῖ ᾄδειν ἢ ᾆσαι, ἐπ’ εὐτυχίαισιν, ᾀστέον μοὐγκώμιον Ἀριστοφ. Νεφ. 1205, Πλάτ. Πολ. 390Ε.
Russian (Dvoretsky)
ᾀστέον: adj. verb. к ᾄδω.