mischance
From LSJ
ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored
P. and V. πάθος, τό, πάθημα, τό, σφάλμα, τό, κακόν, τό, συμφορά, ἡ, P. ἀτύχημα, τό, δυστύχημα, τό, ἀτυχία, ἡ, δυστυχία, ἡ, πταῖσμα, τό.