organización
From LSJ
Ἐδιζησάμην ἐμεωυτόν → I searched out myself
Spanish > Greek
διοίκησις, ἀλληλουχία, διάρθρωσις, διακόσμησις, διάταξις, διάθεσις, διατύπωσις, ἔκταξις, διάκοσμος, διοργάνωσις, ἀποκατάστασις, διάστασις, διεξαγωγή
Ἐδιζησάμην ἐμεωυτόν → I searched out myself
διοίκησις, ἀλληλουχία, διάρθρωσις, διακόσμησις, διάταξις, διάθεσις, διατύπωσις, ἔκταξις, διάκοσμος, διοργάνωσις, ἀποκατάστασις, διάστασις, διεξαγωγή