ἐν τᾷ μεγάλᾳ Δωρίδι νάσῳ Πέλοπος → in the great Doric island of Pelops
P. and V. κάλως, ὁ, πεῖσμα, τό (Plato), δεσμός, ὁ, P. σπάρτον, τό, Ar. and P. τόνος, ὁ, καλώδιον, τό, V. ἀρτάνη, ἡ, πλεκτή, ἡ.
noose: P. and V. βρόχος, ὁ.
rope for mooring: V. χαλινωτήρια, τά, πρυμνήσια, τά.
sheet: Ar. and V. πούς, ὁ.