ἀδικία ἕξις ὑπεροπτικὴ νόμων → injustice: the state of despising the laws
ἀνδραποδιστής, ἀνδραποδοκάπηλος, ἀνδραποδώνης, ἀνδροκάπηλος, σωματέμπορος