transporte
From LSJ
Spanish > Greek
ἄρσις, εἰσφορά, ἀχθοφόρημα, ἀνάθεσις, ἐνθουσίασις, ἐξαποστολή, ἐκκομιδή, ἀναβολή, διαπομπή, διαπεραίωσις, ἀγωγή, διαγωγή, διακομιδή, ἀνακομιδή, ἀγή, διαπόρθμευσις
ἄρσις, εἰσφορά, ἀχθοφόρημα, ἀνάθεσις, ἐνθουσίασις, ἐξαποστολή, ἐκκομιδή, ἀναβολή, διαπομπή, διαπεραίωσις, ἀγωγή, διαγωγή, διακομιδή, ἀνακομιδή, ἀγή, διαπόρθμευσις