γαλακτοθεραπεία
From LSJ
ἤ με φίλει καθαρὸν θέμενος νόον, ἤ μ' ἀποειπών ἐχθαιρ' ἀμφαδίην νεῖκος ἀειράμενος → either love me with a pure heart, or reject and hate me, and openly pick a fight
Greek Monolingual
η
η χρησιμοποίηση του γάλακτος και τών παραγώγων του για θεραπευτικούς σκοπούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γάλα (-κτος) + θεραπεία, κατ' απόδοση του γερμ. Milchkur. Η ελλ. λ. μαρτυρείται από το 1888 στην εφημερίδα Ακρόπολις].