δασύτριχος
From LSJ
Σκηνὴ πᾶς ὁ βίος καὶ παίγνιον: ἢ μάθε παίζειν, τὴν σπουδὴν μεταθείς, ἢ φέρε τὰς ὀδύνας → All life is a stage and a play: either learn to play laying your gravity aside, or bear with life's pains.
Greek Monolingual
-η, -ο (AM δασύθριξ, Μ και δασύτριχος, -ον)
όποιος έχει πυκνές τρίχες, μαλλιαρός
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. γένος κολεόπτερων εντόμων.