δεκαβάμων

From LSJ

Κακοῖς ὁμιλῶν καὐτὸς ἐκβήσῃ κακός → Facient malorum te malum commercia → Mit Schlechten Umgang pflegend wirst du selber schlecht

Menander, Monostichoi, 274
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεκαβάμων Medium diacritics: δεκαβάμων Low diacritics: δεκαβάμων Capitals: ΔΕΚΑΒΑΜΩΝ
Transliteration A: dekabámōn Transliteration B: dekabamōn Transliteration C: dekavamon Beta Code: dekaba/mwn

English (LSJ)

[βᾱ], ονος, ὁ, ἡ, with ten steps or intervals, ἑνδεκάχορδε λύρα, δεκαβάμονα τάξιν ἔχουσα Ion Lyr.3.1.

Spanish (DGE)

(δεκᾰβάμων) -ονος, ἡ
• Prosodia: [-βᾱ-]
mús. de diez intervalos ἑνδεκάχορδε λύρα, δεκαβάμονα τάξιν ἔχοισα Io Eleg.5.1.

German (Pape)

[Seite 542] τάξις, Ion Ch. fr. 56 Köpke, von der zehnsaitigen Lyra.

Greek (Liddell-Scott)

δεκαβάμων: -ονος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων δέκα βαθμίδας ἢ διαστήματα, ἑνδεκάχορδε λύρη, δεκαβάμονα τάξιν ἔχουσα Ἴων 3. 1, ἴδε Bgk. ἐν τόπ., σ. 427.

Greek Monolingual

δεκαβάμων (-ονος), -ον (Α)
αυτός που έχει δέκα βαθμίδες, δέκα μουσικά διαστήματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δέκα + -βαμων < βαίνω (πρβλ. αιθεροβάμων, βραδυβάμων, βραχυβάμων)].