εριδαίνω
From LSJ
κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education
Greek Monolingual
ἐριδαίνω (Α) έρις
1. μαλώνω, λογομαχώ, φιλονεικώ («αὔτως γὰρ ῥ’ ἐπέεσσ’ ἐριδαίνομεν», Ομ. Ιλ.)
2. αγωνίζομαι, διαγωνίζομαι για κάτι, αντιμάχομαι, αμιλλώμαι («εἵνεκα τῆς ἀρετῆς ἐριδαίνομεν», Ομ. Οδ.).