μυιοφόρον

From LSJ

ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι' ἀπαγγελίας, δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν → Tragedy is, then, a representation of an action that is heroic and complete and of a certain magnitude—by means of language enriched with all kinds of ornament, each used separately in the different parts of the play: it represents men in action and does not use narrative, and through pity and fear it effects relief to these and similar emotions.

Source

Greek (Liddell-Scott)

μυιοφόρον: τραῦμα, τὸ φέρον μυίας, Σωφρ. Ἱεροσ. ἐν Spicil Rom. τ. ΙΙΙ, σ. 247.

Greek Monolingual

μυιοφόρον, τὸ (Μ)
φρ. «μυιοφόρον τραῡμα» — τραύμα στο οποίο μαζεύονται μύγες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μυῖα «μύγα» + -φόρον (< φέρω), ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. ενός αμάρτυρου επιθ. μυιοφόρος].