νεβροχίτων

From LSJ

Δυσαμένη δὲ κάρηνα βαθυκνήμιδος ἐρίπνης / Δελφικὸν ἄντρον ἔναιε φόβῳ λυσσώδεος Ἰνοῦς (Nonnus, Dionysiaca 9.273f.) → Having descended from the top of a deep-greaved cliff, she dwelt in a cave in Delphi, because of her fear of raving/raging Ino.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεβροχίτων Medium diacritics: νεβροχίτων Low diacritics: νεβροχίτων Capitals: ΝΕΒΡΟΧΙΤΩΝ
Transliteration A: nebrochítōn Transliteration B: nebrochitōn Transliteration C: nevrochiton Beta Code: nebroxi/twn

English (LSJ)

[ῐ], ὁ, ἡ, gen. ωνος, clad in a νεβρίς, Simm.15.

German (Pape)

[Seite 235] ωνος, mit dem Fell eines Hirschkalbes bekleidet, poet. bei Hephaest. 43, Nonn., also für νεβριδοχίτων. Vgl. νεβροστολίζω.

Greek (Liddell-Scott)

νεβροχίτων: [ῐ], ὁ, ἡ, ὁ ἐνδεδυμένος νεβρῖδα, Σιμμίας παρ’ Ἡφαιστ. σ. 43.

Greek Monolingual

νεβροχίτων, -ωνος, ὁ, ἡ (Α)
αυτός που φορεί νεβρίδα, δέρμα νεβρού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεβρός «ελαφάκι» + χιτών (πρβλ. λινοχίτων, προβατοχίτων)].