νεφελομετρία
From LSJ
ἐν μὲν γὰρ ταῖς ἐπιστολαῖς αὐτοῦ οὐδὲ μνήμην τῆς οἰκείας προσηγορίας ποιεῖται, ἢ πρεσβύτερον ἑαυτὸν ὀνομάζει, οὐδαμοῦ δὲ ἀπόστολον οὐδ' εὐαγγελιστήν (Eusebius, Demonstratio evangelica 3.5.88) → For in his epistles he doesn't even make mention of his own name — or simply calls himself the elder, but nowhere apostle or evangelist.
Greek Monolingual
η 1. (βιοχ.) μέθοδος ποσοτικού προσδιορισμού στοιχείων αιωρούμενων σε ένα υγρό με τη μέτρηση της αναδυόμενης από το διάλυμα ακτινοβολίας προς διεύθυνση διαφορετική από τη διεύθυνση της προσπίπτουσας ακτινοβολίας
2. (φυσ.-τεχνολ.) μέτρηση της θολότητας ενός υγρού, που οφείλεται στην παρουσία αιωρούμενων σωματιδίων σε λεπτότατο διαμερισμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ. πρβλ. γαλλ. nephelemetrie (< νεφέλη + -μετρώ < μέτρο)].