πολύλυπος

From LSJ

Ἑκὼν σεαυτὸν τῇ Κλωθοῖ συνεπιδίδου παρέχων συννῆσαι οἷστισί ποτε πράγμασι βούλεται. Πᾶν ἐφήμερον, καὶ τὸ μνημονεῦον καὶ τὸ μνημονευόμενον → Be willing to give yourself up to Clotho, letting her spin to whatever ends she pleases. All is ephemeralboth memory and the object of memory (Marcus Aurelius 4.34f.)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολύλῡπος Medium diacritics: πολύλυπος Low diacritics: πολύλυπος Capitals: ΠΟΛΥΛΥΠΟΣ
Transliteration A: polýlypos Transliteration B: polylypos Transliteration C: polylypos Beta Code: polu/lupos

English (LSJ)

πολύλυπον, Glossaria on πολύπονος, Sch.E.Hec.721.

German (Pape)

[Seite 665] trauerreich, Schol. Eur.

Greek (Liddell-Scott)

πολύλῡπος: -ον, ὁ πολλὰς λύπας ἔχων, Γλωσσ. εἰς Εὐρ. Ἑκάβ. 705, ἔκδ. Matth.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που έχει πολλές λύπες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + -λυπος (< λύπη), πρβλ. βαρύ-λυπος].