σηματοδότηση

From LSJ

κρειττότερον ἐστὶν εἰδέναι ἐν μέσῃ τῇ Πόλει φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκου, ἢ καλύπτραν λατινικήν → I would rather see a Turkish turban in the midst of the City than the Latin mitre

Source

Greek Monolingual

η, Ν σηματοδοτώ
1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα του σηματοδοτώ, η με ποικίλα σήματα μετάδοση πληροφοριών ορισμένου είδους σε ορισμένη απόσταση
2. η τοποθέτηση ή διάταξη σημάτων και σηματοδοτών σε σιδηροδρομική γραμμή, οδική αρτηρία, πλωτό δίαυλο, κτήριο ή άλλη εγκατάσταση, σύνολο σημάτων με τα οποία διασφαλίζεται ορισμένο είδος πληροφόρησης, σήμανση
3. μτφ. επισήμανση
4. βιολ. η βιοκοινωνική διαδικασία που δημιουργεί τα πρότυπα κατανομής τών οργανισμών
5. φρ. α) «αεροπορική σηματοδότηση»
(αερ.) το σύνολο τών σημάτων και σηματοδοτών που τοποθετούνται στα αεροδρόμια, καθώς και εκείνων που φέρουν τα αεροσκάφη, για τη διευκόλυνση της νυκτερινής, ιδίως, κυκλοφορίας
β) «ναυτική σηματοδότηση»
ναυτ. το σύνολο τών σημάτων και σημαντήρων που χρησιμοποιούνται στους πλωτούς διαύλους ή στα πλοία για τη διενέργεια της ναυσιπλοΐας, καθώς και για την επικοινωνία μεταξύ τών σκαφών
γ) «οδική σηματοδότηση»
συγκοιν. το σύνολο τών σημάτων και σηματοδοτών που θεσπίζονται από τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και είναι τοποθετημένα στο οδικό δίκτυο, καθώς και η εγκατάστασή τους
δ) «σιδηροδρομική σηματοδότηση»
συγκοιν. το σύνολο τών μηχανικών, φωτεινών, ακουστικών και άλλων σημάτων, καθώς και τών σηματοδοτών και τών προσήμων που χρησιμοποιούνται για την απρόσκοπτη, κανονική και χωρίς κινδύνους κυκλοφορία τών σιδηροδρομικών συρμών.