φαγάνθρωπος

From LSJ

οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ' ἐν τῷ εὖ τὸ πολύgood is not found in plenty but plenty in good, quality matters more than quantity

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φᾰγάνθρωπος Medium diacritics: φαγάνθρωπος Low diacritics: φαγάνθρωπος Capitals: ΦΑΓΑΝΘΡΩΠΟΣ
Transliteration A: phagánthrōpos Transliteration B: phaganthrōpos Transliteration C: faganthropos Beta Code: faga/nqrwpos

English (LSJ)

φαγάνθρωπον, = ἀνθρωποφάγος, Hsch., Phot.

German (Pape)

[Seite 1249] = ἀνθρωποφάγος, Menschen fressend, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

φᾰγάνθρωπος: -ον, = ἀνθρωποφάγος, «φαγανθρώπων· ἀκαθάρτων» Ἡσύχ., Φώτ., Σουΐδ.

Greek Monolingual

-ον, Α
1. ανθρωποφάγος
2. (κατά τον Ησύχ.) «ἀκάθαρτος».
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. φαγ- του αορ. β' του ἐσθίω «τρώγω» (βλ. λ. φαγεῖν) + ἄνθρωπος. Ο τ. έχει σχηματιστεί κατ' αντιστροφή του ἀνθρωποφάγος.