χιονοσκεπασμένος
From LSJ
Πυλάδη, σε γὰρ δὴ πρῶτον ἀνθρώπων ἐγὼ πιστὸν νομίζω καὶ φίλον ξένον τ' ἐμοί → Pylades for indeed I consider you, foremost among men, loyal and kind and a host to me (Euripides' Electra 82-83)
-η, -ο, Ν
σκεπασμένος με χιόνι, χιονισμένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χιόνι + σκεπασμένος].