изгнание
From LSJ
Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank
Russian > Greek
ἔκπτωσις, φυγή, φυγαδεία, ἐκβολή, ἐξαγωγή, ἀπόθλιψις, ἀπενιαύτησις, ἐξορισμός, ἐξανάστασις, ἐξέλασις, ἔλασις, ἔξεσις, ἐκδημία, μετάστασις, κατάλυσις, ἐκσκορπισμός, παράστασις, ὄστρακον