ἀλετών

From LSJ

Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz

Menander, Monostichoi, 526
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλετών Medium diacritics: ἀλετών Low diacritics: αλετών Capitals: ΑΛΕΤΩΝ
Transliteration A: aletṓn Transliteration B: aletōn Transliteration C: aleton Beta Code: a)letw/n

English (LSJ)

ῶνος, ὁ, = ἀλέτης, ἀ. ὄνος upper millstone, Alex. 13; also ἀλετών alone, Dieuchid.7.

Spanish (DGE)

-ῶνος
que es para moler ὄνος ἀλετόν IG 13.422.24, 289 (V a.C.), Alex.13, 207
subst. ὁ ἀ. muela, piedra de moler Dieuchid.7.

German (Pape)

[Seite 93] ῶνος, ὁ, Mühle, ἐπιβαλὼν τὸν σῖτον ἐπὶ τὸν ἀλετῶνα Ath. VI, 263 a; Alexis bei Poll. 7, 20 vbdt τοὺς ἀλέτωνας ὄνους, womit ἀλέτων ὄνος Alex. Ath. VIII, 590 a zu vgl., vielleicht ἀλετῶντας, ἀλετῶν, in der Mühle mahlend.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλετών: -ῶνος, ὁ, = ἀλέτης, ἀλετὼν ὄνος, ἡ ἀνωτέρα πέτρα τοῦ μύλου, ἴδε ὄνος VII, 2˙ ὡσαύτως ἀλετών μόνον, Διευχίδας παρ’ Ἀθην. 263Α., Εὐστ., κτλ.

Greek Monolingual

ἀλετών, ο (AM) ἀλῶ
ό,τι το αρχ. «ὄνος ἀλέτης», η επάνω μυλόπετρα, η επάνω περιστρεφόμενη πέτρα του μύλου.