ἡσυχικός

From LSJ

οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love | Tis not my nature to join in hating, but in loving (Sophocles, Antigone 523)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡσῠχικός Medium diacritics: ἡσυχικός Low diacritics: ησυχικός Capitals: ΗΣΥΧΙΚΟΣ
Transliteration A: hēsychikós Transliteration B: hēsychikos Transliteration C: isychikos Beta Code: h(suxiko/s

English (LSJ)

ἡσυχική, ἡσυχικόν, peaceable, in Sup., prob. in Plot.3.8.6.

Greek Monolingual

ἡσυχικός, -ή, -όν (Α)
αυτός που αγαπά την ησυχία, φιλήσυχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ήσυχος + κατάλ. -ικος (πρβλ. θεικός, φιλοσοφικός)].