ἰσχυριείω

From LSJ

ἄπαγ' ἐς μακαρίαν ἐκποδών → get lost, buzz off, on yer bike, bug off, bugger off, clear out, clear off, take a hike, beat it, scram, get out of here, get outta here

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰσχῡριείω Medium diacritics: ἰσχυριείω Low diacritics: ισχυριείω Capitals: ΙΣΧΥΡΙΕΙΩ
Transliteration A: ischyrieíō Transliteration B: ischyrieiō Transliteration C: ischyrieio Beta Code: i)sxuriei/w

English (LSJ)

Desiderat. from ἰσχυρίζομαι, venture to affirm, Hp. Art. 1, cf. Gal. 18(1).309.

German (Pape)

[Seite 1273] desiderat. zu ἰσχυρίζομαι, Luft haben zu behaupten, Galen.

Greek (Liddell-Scott)

ἰσχῡριείω: ἐφετικὸν ἐκ τοῦ ἑπομένου, τολμῶ ἢ ἐπιθυμῶ νὰ διϊσχυρισθῶ, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 780, Γαλην. 12. σ. 290.

Greek Monolingual

ἰσχυριείω (Α)
επιθυμώ να ισχυριστώ κάτι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Εφετικό ρ. του τ. ἰσχυρίζομαι: ἰσχυρι-είω < ἰσχυριοῦμαι, μέλλ. του ἰσχυρίζομαι].