ὑπερορία
From LSJ
μηδ' εἰς ὀρχηστρίδος εἰσᾴττειν, ἵνα μὴ πρὸς ταῦτα κεχηνὼς μήλῳ βληθεὶς ὑπὸ πορνιδίου τῆς εὐκλείας ἀποθραυσθῇς → and not to dart into the house of a dancing-woman, lest, while gaping after these things, being struck with an apple by a wanton, you should be damaged in your reputation
English (LSJ)
ἡ, v. ὑπερόριος 1.2.
German (Pape)
[Seite 1200] ἡ, s. ὑπερόριος.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
v. ὑπερόριος.
Russian (Dvoretsky)
ὑπερορία: ἡ (sc. γῆ) зарубежные края (Xen. etc.; εἰς τὴν ὑπερορίαν ἀποδημεῖν Plat.).
Greek (Liddell-Scott)
ὑπερορία: ἡ, ἴδε ὑπερόριος.
Greek Monolingual
η / ὑπερορία, ΝΜΑ
βλ. υπερόριος.
Greek Monotonic
ὑπερορία: ἡ, βλ. ὑπερόριος.