ᾠδάριον
From LSJ
ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσετε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ → bear each other's burdens, and in that way fulfill the anointed King's Law (Galatians 6:2)
English (LSJ)
[ᾰ], τό, Dim. of ᾠδή, Arr.Epict.3.23.21, Longin.41.2, Petron.53.
German (Pape)
[Seite 1407] τό, dim. von ᾠδή, kleine Ode, Liedchen.
Greek (Liddell-Scott)
ᾠδάριον: [ᾰ], τό, ὑποκορ. τοῦ ᾠδή, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 23, 21, Λογγῖν. 41. 2.
Greek Monolingual
τὸ, Α
υποκορ. τ. του ᾠδή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ᾠδή + υποκορ. κατάλ. -άριον (πρβλ. ᾠάριον)].