ληξιαρχικός: Difference between revisions

From LSJ

τὸν αὐτὸν ἔρανον ἀποδοῦναι → pay him back in his own coin, repay him in his own coin, pay someone back in their own coin, pay back in someone's own coin, give tit for tat, pay back in kind

Source
(6_10)
(23)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ληξιαρχικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς τὸν ληξίαρχον· - τὸ λ. [[γραμματεῖον]], ὁ [[δημόσιος]] [[κατάλογος]] ἑκάστου Ἀθηναϊκοῦ δήμου, εἰς ὃν τὰ ὀνόματα τῶν μελῶν (τῶν δημοτῶν) ἐνεγράφοντο ὅτε ἤρχοντο εἰς νόμιμον ἡλικίαν καὶ τοῦ ὁποίου τὴν φροντίδα εἶχεν ὁ [[δήμαρχος]], Συλλ. Ἐπιγρ. 80, Ἰσαῖ. 66. 14, Δημ. 1091. 9, κτλ.· πρβλ. Schömann Comit. εἰς Ἀθήν. σ. 379. - [[Κατὰ]] τὸν Ἁρποκ. «ληξιαρχικὸν [[γραμματεῖον]]... εἰς ὃ ἐνεγράφοντο οἱ τελεωθέντες τῶν παίδων, οἷς ἐξῆν ἤδη τὰ πατρῷα οἰκονομεῖν, παρ’ ὃ καὶ [[τοὔνομα]] γεγονέναι, διὰ τὸ τῶν λήξεων ἄρχειν· λήξεις δ’ εἰσὶν οἵ τε κλῆροι καὶ αἱ οὐσίαι».
|lstext='''ληξιαρχικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς τὸν ληξίαρχον· - τὸ λ. [[γραμματεῖον]], ὁ [[δημόσιος]] [[κατάλογος]] ἑκάστου Ἀθηναϊκοῦ δήμου, εἰς ὃν τὰ ὀνόματα τῶν μελῶν (τῶν δημοτῶν) ἐνεγράφοντο ὅτε ἤρχοντο εἰς νόμιμον ἡλικίαν καὶ τοῦ ὁποίου τὴν φροντίδα εἶχεν ὁ [[δήμαρχος]], Συλλ. Ἐπιγρ. 80, Ἰσαῖ. 66. 14, Δημ. 1091. 9, κτλ.· πρβλ. Schömann Comit. εἰς Ἀθήν. σ. 379. - [[Κατὰ]] τὸν Ἁρποκ. «ληξιαρχικὸν [[γραμματεῖον]]... εἰς ὃ ἐνεγράφοντο οἱ τελεωθέντες τῶν παίδων, οἷς ἐξῆν ἤδη τὰ πατρῷα οἰκονομεῖν, παρ’ ὃ καὶ [[τοὔνομα]] γεγονέναι, διὰ τὸ τῶν λήξεων ἄρχειν· λήξεις δ’ εἰσὶν οἵ τε κλῆροι καὶ αἱ οὐσίαι».
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ληξιαρχικός]], -ή, -όν) [[ληξίαρχος]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ληξίαρχο ή στο [[ληξιαρχείο]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που χρησιμεύει για [[βεβαίωση]] γεγονότων σχετικών με την αστική [[κατάσταση]] τών πολιτών, όπως γεννήσεων, βαπτίσεων, θανάτων, γάμων διαζυγίων (α. «ληξιαρχικές πράξεις» — πράξεις που έχουν ως [[αντικείμενο]] τη [[βεβαίωση]] γέννησης, βάπτισης, γάμου ή θανάτου<br />β. «ληξιαρχικά βιβλία» — βιβλία στα οποία καταχωρίζονται οι ληξιαρχικές πράξεις)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «ληξιαρχικὸν γραμματεῑον» — ο [[επίσημος]] [[κατάλογος]] τών πολιτών [[κάθε]] αθηναϊκού δήμου.
}}
}}

Revision as of 06:47, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ληξιαρχικός Medium diacritics: ληξιαρχικός Low diacritics: ληξιαρχικός Capitals: ΛΗΞΙΑΡΧΙΚΟΣ
Transliteration A: lēxiarchikós Transliteration B: lēxiarchikos Transliteration C: liksiarchikos Beta Code: lhciarxiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A belonging to the ληξίαρχος: τὸ λ. γραμματεῖον the register of each Athenian deme, IG12.79.6, Is.7.27, D.44.35, Lycurg.76, etc.

Greek (Liddell-Scott)

ληξιαρχικός: -ή, -όν, ἀνήκων εἰς τὸν ληξίαρχον· - τὸ λ. γραμματεῖον, ὁ δημόσιος κατάλογος ἑκάστου Ἀθηναϊκοῦ δήμου, εἰς ὃν τὰ ὀνόματα τῶν μελῶν (τῶν δημοτῶν) ἐνεγράφοντο ὅτε ἤρχοντο εἰς νόμιμον ἡλικίαν καὶ τοῦ ὁποίου τὴν φροντίδα εἶχεν ὁ δήμαρχος, Συλλ. Ἐπιγρ. 80, Ἰσαῖ. 66. 14, Δημ. 1091. 9, κτλ.· πρβλ. Schömann Comit. εἰς Ἀθήν. σ. 379. - Κατὰ τὸν Ἁρποκ. «ληξιαρχικὸν γραμματεῖον... εἰς ὃ ἐνεγράφοντο οἱ τελεωθέντες τῶν παίδων, οἷς ἐξῆν ἤδη τὰ πατρῷα οἰκονομεῖν, παρ’ ὃ καὶ τοὔνομα γεγονέναι, διὰ τὸ τῶν λήξεων ἄρχειν· λήξεις δ’ εἰσὶν οἵ τε κλῆροι καὶ αἱ οὐσίαι».

Greek Monolingual

-ή, -ό (Α ληξιαρχικός, -ή, -όν) ληξίαρχος
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ληξίαρχο ή στο ληξιαρχείο
νεοελλ.
αυτός που χρησιμεύει για βεβαίωση γεγονότων σχετικών με την αστική κατάσταση τών πολιτών, όπως γεννήσεων, βαπτίσεων, θανάτων, γάμων διαζυγίων (α. «ληξιαρχικές πράξεις» — πράξεις που έχουν ως αντικείμενο τη βεβαίωση γέννησης, βάπτισης, γάμου ή θανάτου
β. «ληξιαρχικά βιβλία» — βιβλία στα οποία καταχωρίζονται οι ληξιαρχικές πράξεις)
αρχ.
φρ. «ληξιαρχικὸν γραμματεῑον» — ο επίσημος κατάλογος τών πολιτών κάθε αθηναϊκού δήμου.