ἀλληλομαχία: Difference between revisions
From LSJ
τοῖς οἰκείοις συκοφαντίαν δέδωκεν → has given to his friends an opportunity for chicane, has offered to his friends the right of vindictive prosecution
(big3_3) |
(2) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ας, ἡ [[rivalidad]] Ἔρωτος Sch.<i>Il</i>.3.443. | |dgtxt=-ας, ἡ [[rivalidad]] Ἔρωτος Sch.<i>Il</i>.3.443. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (Μ [[ἀλληλομαχία]]) [[ἀλληλομάχος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(ειδικά) [[διαμάχη]] [[ανάμεσα]] σε δύο αντίθετες ομάδες της ίδιας οικογένειας ή εθνότητας, [[οικογενειακός]] [[σπαραγμός]], [[εμφύλιος]] [[πόλεμος]]<br /><b>μσν.</b><br />αμοιβαία [[μάχη]], [[αμοιβαίος]] [[πόλεμος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:51, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A mutual fight, Sch.Il.3.443.
German (Pape)
[Seite 102] gegenseitiger Kampf, Schol. Il. 3, 443.
Greek (Liddell-Scott)
ἀλληλομᾰχία: ἡ, ἀμοιβαία μάχη, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Γ. 443.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ rivalidad Ἔρωτος Sch.Il.3.443.
Greek Monolingual
η (Μ ἀλληλομαχία) ἀλληλομάχος
νεοελλ.
(ειδικά) διαμάχη ανάμεσα σε δύο αντίθετες ομάδες της ίδιας οικογένειας ή εθνότητας, οικογενειακός σπαραγμός, εμφύλιος πόλεμος
μσν.
αμοιβαία μάχη, αμοιβαίος πόλεμος.