ἀποτυμπανισμός: Difference between revisions
From LSJ
(big3_6) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />[[suplicio]], [[sufrimiento colectivo]] ἐὰν δὲ ἡ Σελήνη ... ἐκλείπῃ ... ἀ. ἔσται si la Luna (en determinado momento y sitio) se eclipsa habrá sufrimiento</i>, <i>Cat.Cod.Astr</i>.7.140.11<br /><b class="num">•</b>en particular [[decapitación]] ἀ. γὰρ λέγεται ὁ [[ἀποκεφαλισμός]] Chrys.M.63.187. | |dgtxt=-οῦ, ὁ<br />[[suplicio]], [[sufrimiento colectivo]] ἐὰν δὲ ἡ Σελήνη ... ἐκλείπῃ ... ἀ. ἔσται si la Luna (en determinado momento y sitio) se eclipsa habrá sufrimiento</i>, <i>Cat.Cod.Astr</i>.7.140.11<br /><b class="num">•</b>en particular [[decapitación]] ἀ. γὰρ λέγεται ὁ [[ἀποκεφαλισμός]] Chrys.M.63.187. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀποτυμπανισμός]], ο (AM)<br />[[θανάτωση]] καταδίκου με τον λαιμό και τα [[άκρα]] του δεμένα σε [[μακριά]] [[σανίδα]], το [[τύμπανον]] ή [[τύπανον]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:57, 29 September 2017
English (LSJ)
ὁ,
A crucifixion, Cat.Cod.Astr.7.140.11.
German (Pape)
[Seite 333] ὁ, Enthauptung, Sp.
French (Bailly abrégé)
[πᾰ] οῦ (ὁ) :
bastonnade, CHRYS. 4.567.
Étymologie: ἀποτυμπανίζω.
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
suplicio, sufrimiento colectivo ἐὰν δὲ ἡ Σελήνη ... ἐκλείπῃ ... ἀ. ἔσται si la Luna (en determinado momento y sitio) se eclipsa habrá sufrimiento, Cat.Cod.Astr.7.140.11
•en particular decapitación ἀ. γὰρ λέγεται ὁ ἀποκεφαλισμός Chrys.M.63.187.
Greek Monolingual
ἀποτυμπανισμός, ο (AM)
θανάτωση καταδίκου με τον λαιμό και τα άκρα του δεμένα σε μακριά σανίδα, το τύμπανον ή τύπανον.