ἐπάνθημα: Difference between revisions
Γονεῖς δὲ τίμα καὶ φίλους εὐεργέτει → Reverens parentum sis, amicis beneficus → Die Eltern ehre, deinen Freunden tue wohl
(6_21) |
(13) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐπάνθημα''': τό, = [[ἐπάνθισμα]], τὸ ἐξαίρετον [[μέρος]] πράγματός τινος, Ἰάμβλ. ἐν Νικομ. Ἀρ. 53C. | |lstext='''ἐπάνθημα''': τό, = [[ἐπάνθισμα]], τὸ ἐξαίρετον [[μέρος]] πράγματός τινος, Ἰάμβλ. ἐν Νικομ. Ἀρ. 53C. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=το (Α [[ἐπάνθημα]]) [[επανθώ]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(ορυκτ.)</b> [[λεπτό]] [[απόθεμα]] ορυκτής ουσίας [[πάνω]] στην [[επιφάνεια]] πετρώματος<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτό που βρίσκεται στην [[επιφάνεια]] σαν [[άνθος]], το καλύτερο [[μέρος]] ενός πράγματος, ο [[ανθός]], το [[κόσμημα]] («[[γέλως]] [[ὥσπερ]] τι [[ἐπάνθημα]] ὑπάρχων», Ιάμβλ.)<br /><b>2.</b> [[λεπτό]] [[λουλούδι]]<br /><b>3.</b> <b>(μάθηματ.)</b> <i>τὰ ἐπανθήματα</i><br />οι ιδιότητες των αριθμών. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:10, 29 September 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A efflorescence, [γέλως] ὥσπερ τι ἐ. ὑπάρχων Iamb.Protr.21.κσ; fine flower, Id.in Nic.p.39 P., al.; ἀριθμῶν ἑκάστου ἐπανθήματα special virtues, ib.p.118 P.
German (Pape)
[Seite 902] τό, die Blüthe, das Vorzüglichste, Iambl.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπάνθημα: τό, = ἐπάνθισμα, τὸ ἐξαίρετον μέρος πράγματός τινος, Ἰάμβλ. ἐν Νικομ. Ἀρ. 53C.
Greek Monolingual
το (Α ἐπάνθημα) επανθώ
νεοελλ.
(ορυκτ.) λεπτό απόθεμα ορυκτής ουσίας πάνω στην επιφάνεια πετρώματος
αρχ.
1. αυτό που βρίσκεται στην επιφάνεια σαν άνθος, το καλύτερο μέρος ενός πράγματος, ο ανθός, το κόσμημα («γέλως ὥσπερ τι ἐπάνθημα ὑπάρχων», Ιάμβλ.)
2. λεπτό λουλούδι
3. (μάθηματ.) τὰ ἐπανθήματα
οι ιδιότητες των αριθμών.