μετόπισθεν: Difference between revisions
τίκτει γὰρ κόρος ὕβριν, ὅταν πολὺς ὄλβος ἕπηται ἀνθρώποις ὁπ̣όσοις μὴ νόος ἄρτιος ἦι → satiety breeds arrogance whenever men with unfit minds have great wealth
(Autenrieth) |
(25) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth | ||
|auten=[[behind]], in the [[rear]] , toward the [[west]], Od. 13.241; [[afterwards]] , Od. 11.382; w. gen., Od. 9.539. | |auten=[[behind]], in the [[rear]] , toward the [[west]], Od. 13.241; [[afterwards]] , Od. 11.382; w. gen., Od. 9.539. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=(Α [[μετόπισθεν]] και [[μετόπισθε]])<br /><b>επίρρ.</b> (τοπικά) από [[πίσω]] («μή τις νῡν ἐνάρων ἐπιβαλλόμενος [[μετόπισθεν]] μιμνέτω», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />(με άρθρ. πληθ. ως ουσ.) <i>τα [[μετόπισθεν]]<br />α) το [[σύνολο]] τών δυνάμεων, υπηρεσιών και μέσων που βρίσκονται [[πίσω]] από τη [[γραμμή]] του μετώπου και εξασφαλίζουν από υλική, [[τεχνική]] και ιατρική [[άποψη]] τη [[διεξαγωγή]] του ένοπλου αγώνα<br />β) τα [[νώτα]] της στρατιωτικής διάταξης που υπάρχει στη [[ζώνη]] τών επιχειρήσεων<br />γ) (με ευρεία σημ.) όλο το [[έδαφος]] εμπόλεμης χώρας το οποίο βρίσκεται έξω από τη [[ζώνη]] επιχειρήσεων<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (χρονικά) [[έπειτα]], [[κατόπιν]], στη [[συνέχεια]]<br /><b>2.</b> στη δεύτερη [[σειρά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μετ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ὄπισθεν]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:38, 29 September 2017
French (Bailly abrégé)
ou μετόπισθε;
adv. et prép.
1 derrière, en arrière;
2 ensuite, plus tard.
Étymologie: μετά, ὄπισθεν.
English (Autenrieth)
behind, in the rear , toward the west, Od. 13.241; afterwards , Od. 11.382; w. gen., Od. 9.539.
Greek Monolingual
(Α μετόπισθεν και μετόπισθε)
επίρρ. (τοπικά) από πίσω («μή τις νῡν ἐνάρων ἐπιβαλλόμενος μετόπισθεν μιμνέτω», Ομ. Ιλ.)
νεοελλ.
(με άρθρ. πληθ. ως ουσ.) τα μετόπισθεν
α) το σύνολο τών δυνάμεων, υπηρεσιών και μέσων που βρίσκονται πίσω από τη γραμμή του μετώπου και εξασφαλίζουν από υλική, τεχνική και ιατρική άποψη τη διεξαγωγή του ένοπλου αγώνα
β) τα νώτα της στρατιωτικής διάταξης που υπάρχει στη ζώνη τών επιχειρήσεων
γ) (με ευρεία σημ.) όλο το έδαφος εμπόλεμης χώρας το οποίο βρίσκεται έξω από τη ζώνη επιχειρήσεων
αρχ.
1. (χρονικά) έπειτα, κατόπιν, στη συνέχεια
2. στη δεύτερη σειρά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α)- + ὄπισθεν.