ξυλοδωνίη: Difference between revisions

From LSJ

ἤ με φίλει καθαρὸν θέμενος νόον, ἤ μ' ἀποειπών ἐχθαιρ' ἀμφαδίην νεῖκος ἀειράμενοςeither love me with a pure heart, or reject and hate me, and openly pick a fight

Source
(9)
 
(27)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=culodwni/h
|Beta Code=culodwni/h
|Definition=(leg. <b class="b3">-δομίη</b>) <b class="b3">· τεκτοσύνη, ναυπήγησις, κωπηλασία, κυβέρνησις</b>, Hsch.
|Definition=(leg. <b class="b3">-δομίη</b>) <b class="b3">· τεκτοσύνη, ναυπήγησις, κωπηλασία, κυβέρνησις</b>, Hsch.
}}
{{grml
|mltxt=[[ξυλοδωνίη]] και δ. γρφ. ξυλοδομίη, ἡ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[τεκτοσύνη]], [[ναυπήγησις]], [[κωπηλασία]], [[κυβέρνησις]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ξύλον]] <span style="color: red;">+</span> [[δέμω]] / <i>δωμῶ</i>].
}}
}}

Revision as of 11:58, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ξῠλοδωνίη Medium diacritics: ξυλοδωνίη Low diacritics: ξυλοδωνίη Capitals: ΞΥΛΟΔΩΝΙΗ
Transliteration A: xylodōníē Transliteration B: xylodōniē Transliteration C: ksylodonii Beta Code: culodwni/h

English (LSJ)

(leg. -δομίη) · τεκτοσύνη, ναυπήγησις, κωπηλασία, κυβέρνησις, Hsch.

Greek Monolingual

ξυλοδωνίη και δ. γρφ. ξυλοδομίη, ἡ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «τεκτοσύνη, ναυπήγησις, κωπηλασία, κυβέρνησις».
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξύλον + δέμω / δωμῶ].