πολυχρηστία: Difference between revisions
From LSJ
οἵ γε καὶ ἐν τῷ παρόντι ἀντιπάλως μᾶλλον ἢ ὑποδεεστέρως τῷ ναυτικῷ ἀνθώρμουν → whose navy, even as it was, faced the Athenian more as an equal than as an inferior
(6_9) |
(33) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πολυχρηστία''': ἡ, [[μεγάλη]] [[χρησιμότης]], Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 20, 4. | |lstext='''πολυχρηστία''': ἡ, [[μεγάλη]] [[χρησιμότης]], Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 20, 4. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ἡ, Α [[πολύχρηστος]]<br />[[μεγάλη]] [[χρησιμότητα]], [[μεγάλη]] [[ωφελιμότητα]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:20, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A great usefulness, Thphr.HP9.20.5.
German (Pape)
[Seite 677] ἡ, große Nutzbarkeit, Theophr.
Greek (Liddell-Scott)
πολυχρηστία: ἡ, μεγάλη χρησιμότης, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 20, 4.