πυξάκανθα: Difference between revisions

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
(6_9)
(35)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πυξάκανθα''': ἡ, [[εἶδος]] ἀκάνθης ὁμοίας πρὸς πύξον, (πυξάρι), ἀλλαχοῦ [[λύκιον]], Διοσκ. 1. 132, Πινδ. 12. 15.
|lstext='''πυξάκανθα''': ἡ, [[εἶδος]] ἀκάνθης ὁμοίας πρὸς πύξον, (πυξάρι), ἀλλαχοῦ [[λύκιον]], Διοσκ. 1. 132, Πινδ. 12. 15.
}}
{{grml
|mltxt=η, ΝΑ, και [[πυξάκανθος]] Α<br />[[είδος]] ακάνθας που μοιάζει με πύξο<br /><b>νεοελλ.</b><br />το [[φυτό]] που [[είναι]] γνωστό με τη [[λόγια]] [[ονομασία]] [[πύξος]] η [[αειθαλής]], κν. [[πυξάρι]] ή πιμισίρι.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πύξος]] «[[είδος]] φυτού» <span style="color: red;">+</span> [[ἄκανθα]].
}}
}}

Revision as of 12:25, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πυξάκανθα Medium diacritics: πυξάκανθα Low diacritics: πυξάκανθα Capitals: ΠΥΞΑΚΑΝΘΑ
Transliteration A: pyxákantha Transliteration B: pyxakantha Transliteration C: pyksakantha Beta Code: puca/kanqa

English (LSJ)

[ᾰκ], ἡ,

   A thorn like the box-tree,= λύκιον, Dsc.1.100: also πυξάκανθος, Lat. pyxacanthus, Plin.HN12.31, 24.125, Gal.12.63.

German (Pape)

[Seite 818] ἡ, Buxbaumdorn, sonst Λύκιον.

Greek (Liddell-Scott)

πυξάκανθα: ἡ, εἶδος ἀκάνθης ὁμοίας πρὸς πύξον, (πυξάρι), ἀλλαχοῦ λύκιον, Διοσκ. 1. 132, Πινδ. 12. 15.

Greek Monolingual

η, ΝΑ, και πυξάκανθος Α
είδος ακάνθας που μοιάζει με πύξο
νεοελλ.
το φυτό που είναι γνωστό με τη λόγια ονομασία πύξος η αειθαλής, κν. πυξάρι ή πιμισίρι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πύξος «είδος φυτού» + ἄκανθα.