συμπάθησις: Difference between revisions

From LSJ

ἑτέρως ἠδύνατο βέλτιον ἢ ὡς νῦν ἔχει κατεσκευάσθαι → otherwise they could have been constructed better than they are now (Galen, On the use of parts of the body 4.143.1 Kühn)

Source
(39)
(39)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0983.png Seite 983]] ἡ, = [[συμπάθεια]], Hippocr.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0983.png Seite 983]] ἡ, = [[συμπάθεια]], Hippocr.
}}
{{grml
|mltxt=-ήσεως, ἡ, Α [[συμπαθῶ]]<br />[[συμμετοχή]] στον [[ξένο]] πόνο, [[συμπάθεια]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ήσεως, ἡ, Α [[συμπαθῶ]]<br />[[συμμετοχή]] στον [[ξένο]] πόνο, [[συμπάθεια]].
|mltxt=-ήσεως, ἡ, Α [[συμπαθῶ]]<br />[[συμμετοχή]] στον [[ξένο]] πόνο, [[συμπάθεια]].
}}
}}

Revision as of 12:36, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμπάθησις Medium diacritics: συμπάθησις Low diacritics: συμπάθησις Capitals: ΣΥΜΠΑΘΗΣΙΣ
Transliteration A: sympáthēsis Transliteration B: sympathēsis Transliteration C: sympathisis Beta Code: sumpa/qhsis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A sympathy, Hp.Praec. 14.

German (Pape)

[Seite 983] ἡ, = συμπάθεια, Hippocr.

Greek Monolingual

-ήσεως, ἡ, Α συμπαθῶ
συμμετοχή στον ξένο πόνο, συμπάθεια.

Greek Monolingual

-ήσεως, ἡ, Α συμπαθῶ
συμμετοχή στον ξένο πόνο, συμπάθεια.