ὑδροχοεῖον: Difference between revisions

From LSJ

οὗτοςυἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησεν, ἦν ἀπολωλὼς καὶ εὑρέθη → This son of mine was dead and has come back to life. He was lost and he's been found.

Source
(6_21)
(42)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑδροχοεῖον''': τό, [[δεξαμενή]], Μενάνδρ. Ἱστ. σ. 374 Nieb.· [[ἡμαρτημένως]] ἐφέρετο ὑδροχεῖον παρὰ τῷ Σουΐδ., - ὑδροχόϊον, ἐν τοῖς Κλημεντίοις 10, 1, 26, καὶ 11, 1.
|lstext='''ὑδροχοεῖον''': τό, [[δεξαμενή]], Μενάνδρ. Ἱστ. σ. 374 Nieb.· [[ἡμαρτημένως]] ἐφέρετο ὑδροχεῖον παρὰ τῷ Σουΐδ., - ὑδροχόϊον, ἐν τοῖς Κλημεντίοις 10, 1, 26, καὶ 11, 1.
}}
{{grml
|mltxt=και ὑδροχόϊον, τὸ, ΜΑ [[υδροχόος]]<br />[[δεξαμενή]] νερού, [[στέρνα]].
}}
}}

Revision as of 12:58, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑδροχοεῖον Medium diacritics: ὑδροχοεῖον Low diacritics: υδροχοείον Capitals: ΥΔΡΟΧΟΕΙΟΝ
Transliteration A: hydrochoeîon Transliteration B: hydrochoeion Transliteration C: ydrochoeion Beta Code: u(droxoei=on

English (LSJ)

τό,

   A well, cistern, Men.Prot.p.37 D.; = Lat. aquale, Gloss.:—wrongly written ὑδροχεῖον in Suid.

German (Pape)

[Seite 1174] τό, Brunnen, Cisterne, Sp., Suid.

Greek (Liddell-Scott)

ὑδροχοεῖον: τό, δεξαμενή, Μενάνδρ. Ἱστ. σ. 374 Nieb.· ἡμαρτημένως ἐφέρετο ὑδροχεῖον παρὰ τῷ Σουΐδ., - ὑδροχόϊον, ἐν τοῖς Κλημεντίοις 10, 1, 26, καὶ 11, 1.

Greek Monolingual

και ὑδροχόϊον, τὸ, ΜΑ υδροχόος
δεξαμενή νερού, στέρνα.