κοδράντης: Difference between revisions
From LSJ
(21) |
(5) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κοδράντης]], ὁ (Α)<br />το ένα [[τέταρτο]] του νομίσματος ασσαρίου («ού μή έξέλθης ἐκεῑθεν ἕως οὗ ἀποδῷς τὸν ἔσχατον κοδράντην», ΚΔ). [<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>quadrans</i>, -<i>ntis</i>]. | |mltxt=[[κοδράντης]], ὁ (Α)<br />το ένα [[τέταρτο]] του νομίσματος ασσαρίου («ού μή έξέλθης ἐκεῑθεν ἕως οὗ ἀποδῷς τὸν ἔσχατον κοδράντην», ΚΔ). [<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>quadrans</i>, -<i>ntis</i>]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''κοδράντης:''' -ου, ὁ, το Λατ. quandrus = 1/4 του ασσαρίου, σε Καινή Διαθήκη | |||
}} | }} |
Revision as of 20:36, 30 December 2018
English (LSJ)
ου, ὁ, = Lat.
A quadrans, = 1/4 of an as, Ev.Matt.5.26.
German (Pape)
[Seite 1465] ὁ, das lat. quadrans, der vierte Theil des as, N. T. u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
κοδράντης: -ου, ὁ, τὸ Λατ. quadrans, = ¼ τοῦ ἀσσαρίου, Εὐαγγ. κ. Ματθ. ε΄, 26.
English (Strong)
of Latin origin; a quadrans, i.e. the fourth part of an as: farthing.
English (Thayer)
κοδραντου (Buttmann, 17 (16)), ὁ; a Latin word, quadrans (i. e. the fourth part of an as); in the N. T. a coin equal to one half the Attic chalcus or to two λεπτά (see λεπτόν): A. V. farthing; see BB. DD. under the word.)
Greek Monolingual
κοδράντης, ὁ (Α)
το ένα τέταρτο του νομίσματος ασσαρίου («ού μή έξέλθης ἐκεῑθεν ἕως οὗ ἀποδῷς τὸν ἔσχατον κοδράντην», ΚΔ). [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. quadrans, -ntis].
Greek Monotonic
κοδράντης: -ου, ὁ, το Λατ. quandrus = 1/4 του ασσαρίου, σε Καινή Διαθήκη