ἀπόστα: Difference between revisions
From LSJ
Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον → For God so loved the world that he gave his only begotten Son that whosoever believeth in him should not perish but have everlasting life (John 3:16)
(5) |
(3) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=κ. ξαπόστα <b>επίρρ.</b> [ιταλ. <i>a posta</i>]<br />[[επίτηδες]], εσκεμμένα. | |mltxt=κ. ξαπόστα <b>επίρρ.</b> [ιταλ. <i>a posta</i>]<br />[[επίτηδες]], εσκεμμένα. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀπόστα:''' αντί ἀπόστηθι, προστ. αορ. βʹ του [[ἀφίστημι]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 21:48, 30 December 2018
English (LSJ)
for ἀπόστηθι, aor. 2 imper. of ἀφίστημι.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπόστα: ἀντὶ ἀπόστηθι, προστ. ἀορ. β΄ τοῦ ἀφίστημι.
French (Bailly abrégé)
v. ἀφίστημι.
Spanish (DGE)
v. ἀφίστημι.
Greek Monolingual
κ. ξαπόστα επίρρ. [ιταλ. a posta]
επίτηδες, εσκεμμένα.
Greek Monotonic
ἀπόστα: αντί ἀπόστηθι, προστ. αορ. βʹ του ἀφίστημι.