χαλκεοθώραξ: Difference between revisions
From LSJ
Ἀνὴρ ἀτυχῶν δὲ σώζεται ταῖς ἐλπίσιν → Presso miseria spes salus est unica → Allein die Hoffnung trägt den, der im Unglück ist
(46) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και [[χαλκοθώραξ]], -ακος, και ιων. τ. χαλκεοθώρηξ, -ηκος, ὁ, Α<br />αυτός που [[φορά]] χάλκινο θώρακα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χαλκεο</i>- / <i>χαλκ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[θώραξ]] (<b>πρβλ.</b> <i>ἀργυρο</i>-[[θώραξ]])]. | |mltxt=και [[χαλκοθώραξ]], -ακος, και ιων. τ. χαλκεοθώρηξ, -ηκος, ὁ, Α<br />αυτός που [[φορά]] χάλκινο θώρακα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χαλκεο</i>- / <i>χαλκ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[θώραξ]] (<b>πρβλ.</b> <i>ἀργυρο</i>-[[θώραξ]])]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''χαλκεοθώραξ:''' Ιων. -[[θώρηξ]], -ηκος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει χάλκινο θώρακα, σε Ομήρ. Ιλ. | |||
}} | }} |
Revision as of 02:44, 31 December 2018
English (LSJ)
Ion. χαλκεο-θώρηξ, ηκος, ὁ, ἡ,
A with brazen breastplate, Il.4.448, 8.62; cf. χαλκοθώραξ.
German (Pape)
[Seite 1329] ακος, ep. u. ion. χαλκεοθώρηξ, ηκος, mit ehernem Brustpanzer, Il. 4, 448. 8, 62.
Greek (Liddell-Scott)
χαλκεοθώραξ: Ἰων. -θώρηξ, ηκος, ὁ, ἡ, ὁ χαλκοῦν ἔχων θώρακα, Ἰλ. Δ. 448, Θ. 62· πρβλ. χαλκοθώραξ.
Greek Monolingual
και χαλκοθώραξ, -ακος, και ιων. τ. χαλκεοθώρηξ, -ηκος, ὁ, Α
αυτός που φορά χάλκινο θώρακα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χαλκεο- / χαλκ(ο)- + θώραξ (πρβλ. ἀργυρο-θώραξ)].
Greek Monotonic
χαλκεοθώραξ: Ιων. -θώρηξ, -ηκος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει χάλκινο θώρακα, σε Ομήρ. Ιλ.