μυομαχία: Difference between revisions
From LSJ
ἑτέρως ἠδύνατο βέλτιον ἢ ὡς νῦν ἔχει κατεσκευάσθαι → otherwise they could have been constructed better than they are now (Galen, On the use of parts of the body 4.143.1 Kühn)
(5) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''μυομᾰχία:''' ἡ ([[μάχη]]), [[μάχη]] [[μεταξύ]] ποντικιών, σε Πλούτ. | |lsmtext='''μυομᾰχία:''' ἡ ([[μάχη]]), [[μάχη]] [[μεταξύ]] ποντικιών, σε Πλούτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''μυομᾰχία:''' ἡ война мышей Plut. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:28, 31 December 2018
English (LSJ)
ἡ, (μάχη)
A battle of mice, Plu.Ages.15.
German (Pape)
[Seite 218] ἡ, der Mäusekrieg, Plut. Agesil. 15.
Greek (Liddell-Scott)
μυομᾰχία: ἡ, (μάχη) μάχη ποντικῶν, Πλουτ. Ἀγησ. 15.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
combat de rats.
Étymologie: μῦς, μάχομαι.
Greek Monolingual
η (Α μυομαχία)
μάχη μεταξύ τών ποντικών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῦς, μυός «ποντικός» + -μαχία (< -μάχος < μάχομαι)].
Greek Monotonic
μυομᾰχία: ἡ (μάχη), μάχη μεταξύ ποντικιών, σε Πλούτ.
Russian (Dvoretsky)
μυομᾰχία: ἡ война мышей Plut.