μαγαδίζω: Difference between revisions

From LSJ

Δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή → Mulier fit domina sponso, simulac senuerit → Die Frau beherrscht, sobald er alt, den Bräutigam

Menander, Monostichoi, 129
(23)
(3)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μαγαδίζω]] (Α) [[μάγαδις]]<br /><b>1.</b> [[παίζω]] το μουσικό όργανο [[μάγαδις]]<br /><b>2.</b> [[παίζω]], [[συνοδεύω]] κάποιον, [[συμψάλλω]] στον [[διαπασών]] τόνο, [[επειδή]] οι χορδές της μαγάδιδος ήταν χορδισμένες [[μεταξύ]] τους [[κατά]] [[οκτώ]] τόνους ή [[κατά]] μία [[οκτάβα]] («μαγαδίζειν ἐν τῇ [[διαπασῶν]] συμφωνίᾳ», <b>Αριστοτ.</b>).
|mltxt=[[μαγαδίζω]] (Α) [[μάγαδις]]<br /><b>1.</b> [[παίζω]] το μουσικό όργανο [[μάγαδις]]<br /><b>2.</b> [[παίζω]], [[συνοδεύω]] κάποιον, [[συμψάλλω]] στον [[διαπασών]] τόνο, [[επειδή]] οι χορδές της μαγάδιδος ήταν χορδισμένες [[μεταξύ]] τους [[κατά]] [[οκτώ]] τόνους ή [[κατά]] μία [[οκτάβα]] («μαγαδίζειν ἐν τῇ [[διαπασῶν]] συμφωνίᾳ», <b>Αριστοτ.</b>).
}}
{{elru
|elrutext='''μᾰγᾰδίζω:''' муз. играть в интервале октавы Arst.
}}
}}

Revision as of 08:28, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μᾰγᾰδίζω Medium diacritics: μαγαδίζω Low diacritics: μαγαδίζω Capitals: ΜΑΓΑΔΙΖΩ
Transliteration A: magadízō Transliteration B: magadizō Transliteration C: magadizo Beta Code: magadi/zw

English (LSJ)

   A play the μάγαδις, Theophil.7.    II of a choir, sing a succession of notes in octaves, μ. ἐν τῇ διὰ πασῶν συμφωνίᾳ Arist.Pr. 921a12, cf. 918b40.

Greek (Liddell-Scott)

μαγᾰδίζω: τῇ μαγάδει διαψάλλω (ἴδε μάγαδις), Θεόφιλ. ἐν «Νεοπτολέμῳ» 2· ἴδε μάγαδις.

Greek Monolingual

μαγαδίζω (Α) μάγαδις
1. παίζω το μουσικό όργανο μάγαδις
2. παίζω, συνοδεύω κάποιον, συμψάλλω στον διαπασών τόνο, επειδή οι χορδές της μαγάδιδος ήταν χορδισμένες μεταξύ τους κατά οκτώ τόνους ή κατά μία οκτάβα («μαγαδίζειν ἐν τῇ διαπασῶν συμφωνίᾳ», Αριστοτ.).

Russian (Dvoretsky)

μᾰγᾰδίζω: муз. играть в интервале октавы Arst.