κόσος: Difference between revisions
From LSJ
Κρεῖττον τὸ μὴ ζῆν ἐστιν ἢ ζῆν ἀθλίως → Death is better than a life of misery → Satius mori quam calamitose vivere → Der Tod ist besser als ein Leben in der Not
(3) |
(nl) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''κόσος:''' ион. = [[πόσος]]. | |elrutext='''κόσος:''' ион. = [[πόσος]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=κόσος -η -ον Ion. voor πόσος. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:36, 31 December 2018
English (LSJ)
η, ον, Ion.for πόσος.
German (Pape)
[Seite 1493] η, ον, ion. = πόσος.
Greek (Liddell-Scott)
κόσος: -η, -ον, Ἰων. καὶ Αἰολ. πόσος· ὡς κότε,..κοῦ, κω, κῶς, ἀντὶ πότε, ποῦ, πω, πῶς, οὕτω ὁκόσος, ὁκότερος, ὁκότε, ὅκως, κοῖος, ἀντὶ ὁπόσος, ὁπότερος, ὁπότε, ὅπως, ποῖος. ― Πρβλ. πόσος ἐν τέλ.
French (Bailly abrégé)
η, ον :
ion. c. πόσος.
Greek Monolingual
κόσος, -η, -ον (Α)
(ιων. και αιολ. τ.) βλ. πόσος.
Greek Monotonic
κόσος: -η, -ον, Ιων. και Αιολ. αντί πόσος.
Russian (Dvoretsky)
κόσος: ион. = πόσος.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κόσος -η -ον Ion. voor πόσος.