ἀπάντημα: Difference between revisions

From LSJ

Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge

Source
(3)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπάντημα:''' -ατος, τό ([[ἀπαντάω]]), [[συνάντηση]], [[συναπάντημα]], σε Ευρ.
|lsmtext='''ἀπάντημα:''' -ατος, τό ([[ἀπαντάω]]), [[συνάντηση]], [[συναπάντημα]], σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπάντημα:''' ατος τό встреча Eur.
}}
}}

Revision as of 11:40, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπάντημα Medium diacritics: ἀπάντημα Low diacritics: απάντημα Capitals: ΑΠΑΝΤΗΜΑ
Transliteration A: apántēma Transliteration B: apantēma Transliteration C: apantima Beta Code: a)pa/nthma

English (LSJ)

ατος, τό, (ἀπαντάω)

   A meeting, E.Or.514.    II chance, LXXEc.9.11.

German (Pape)

[Seite 278] τό, Begegnung, Eur. Or. 508.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπάντημα: -ατος, τό, (ἀπαντάω) συνάντημα, οὐδ’ εἰς ἀπάντημ’, ὅστις αἷμ’ ἔχων κυρεῖ Εὐρ. Ὀρ. 514.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
rencontre.
Étymologie: ἀπαντάω.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
1 encuentro περᾶν ... εἰς ἀπάντημ' E.Or.514.
2 ocasión καιρὸς καὶ ἀ. LXX Ec.9.11.

Greek Monolingual

το (Α ἀπάντημα)
συνάντηση
αρχ.
τύχη, σύμπτωση.

Greek Monotonic

ἀπάντημα: -ατος, τό (ἀπαντάω), συνάντηση, συναπάντημα, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

ἀπάντημα: ατος τό встреча Eur.