οἰωνόμαντις: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ὑπολέλειμμαι ἐγὼ μονώτατος, καὶ ζητοῦσι τὴν ψυχήν μου λαβεῖν αὐτήν → and I, even I only, am left; and they seek my life, to take it away (1 Kings 19:14)

Source
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''οἰωνόμαντις:''' -εως, ὁ και ἡ, αυτός που λαμβάνει προμηνύματα από το [[πέταγμα]] και τις κραυγές των πουλιών, [[μάντης]], [[οιωνοσκόπος]], σε Ευρ.
|lsmtext='''οἰωνόμαντις:''' -εως, ὁ και ἡ, αυτός που λαμβάνει προμηνύματα από το [[πέταγμα]] και τις κραυγές των πουλιών, [[μάντης]], [[οιωνοσκόπος]], σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''οἰωνόμαντις:''' εως ὁ птицегадатель Eur.
}}
}}

Revision as of 01:00, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰωνόμαντις Medium diacritics: οἰωνόμαντις Low diacritics: οιωνόμαντις Capitals: ΟΙΩΝΟΜΑΝΤΙΣ
Transliteration A: oiōnómantis Transliteration B: oiōnomantis Transliteration C: oionomantis Beta Code: oi)wno/mantis

English (LSJ)

εως, ὁ and ἡ,

   A one who takes omens from the flight and cries of birds, E.Ph. 767 ;=Lat. augur, D.H.3.69,72.

Greek (Liddell-Scott)

οἰωνόμαντις: -εως, ὁ, καὶ ἡ, ὁ μαντευόμενος ἐκ τῆς πτήσεως καὶ τῶν κραυγῶν τῶν πτηνῶν, μάντις, οἰωνοσκόπος, Εὐρ. Φοίν. 767, Διον. Ἁλ. 3. 69, 72. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 537.

French (Bailly abrégé)

εως (ὁ) :
devin qui tire des présages du vol ou du cri des oiseaux, augure.
Étymologie: οἰωνός, μάντις.

Greek Monolingual

οἰωνόμαντις, ὁ (Α)
οιωνοσκόποςοἰωνόμαντις Τειρεσίας», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἰωνός + μάντις.

Greek Monotonic

οἰωνόμαντις: -εως, ὁ και ἡ, αυτός που λαμβάνει προμηνύματα από το πέταγμα και τις κραυγές των πουλιών, μάντης, οιωνοσκόπος, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

οἰωνόμαντις: εως ὁ птицегадатель Eur.