πεντετηρίς: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἔστι λύπης ἄλγημα μεῖζονthere is no greater pain than grief

Source
(nl)
(3b)
Line 27: Line 27:
{{elnl
{{elnl
|elnltext=πεντετηρίς -ίδος, ἡ [πεντετής] periode van vijf jaar; ἡ Πεντετηρίς vijfjaarlijks feest.
|elnltext=πεντετηρίς -ίδος, ἡ [πεντετής] periode van vijf jaar; ἡ Πεντετηρίς vijfjaarlijks feest.
}}
{{elru
|elrutext='''πεντετηρίς:''' ίδος (ῐδ) ἡ<br /><b class="num">1)</b> пятилетие: διὰ πεντετηρίδος Her. каждое пятилетие;<br /><b class="num">2)</b> праздник, справляемый каждое пятилетие Her., Thuc.
}}
}}

Revision as of 01:52, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεντετηρίς Medium diacritics: πεντετηρίς Low diacritics: πεντετηρίς Capitals: ΠΕΝΤΕΤΗΡΙΣ
Transliteration A: pentetērís Transliteration B: pentetēris Transliteration C: pentetiris Beta Code: pentethri/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ,

   A term of five years, διὰ πεντετηρίδος every fifth year (inclusively), Hdt.3.97, 4.94.    II festival celebrated every fifth year (inclusively), Id.6.111, Th.3.104, IG 12.84.6, 32, 22.1172.27.

German (Pape)

[Seite 558] ἡ, Zeitraum von fünf Jahren; διὰ πεντετηρίδος, alle fünf Jahre, Her. 3, 97. 4, 94; πανηγύριας τὰς ἐν τῇσι πεντετηρίσι γινομένας, 6, 111, von den alle fünf Jahre gefeierten Panathenäen, wie Thuc. 3, 104, τὴν πεντετηρίδα τότε πρῶτον μετὰ τὴν κάθαρσιν ἐποίησαν οἱ Ἀθηναῖοι.

Greek (Liddell-Scott)

πεντετηρίς: -ίδος, ἡ, ὡς τὸ πενταιτηρίς, περίοδος πέντε ἐτῶν, Λατ. quinquennium, διὰ πενταετηρίδος, κατὰ πᾶν πέμπτον ἔτος, Ἡρόδ. 3. 97., 4. 94. ΙΙ. ἑορτὴ τελουμένη κατὰ πᾶν πέμπτον ἔτος, οἷον τὰ Παναθήναια ἐν Ἀθήναις, Ἡρόδ. 6. 111, Θουκ, 3. 104. Συλλ. Ἐπιγρ. 82. 27. ― Ἴδε Κόντου Παρατηρήσεις εἰς Ἀριστ. Ἀθην. Πολιτείαν ἐν Ἀθηνᾶς τ. Δ΄, σ. 150.

French (Bailly abrégé)

ίδος (ἡ) :
1 durée de cinq années;
2 fête quinquennale.
Étymologie: πεντετής.

Greek Monolingual

-ίδος, ἡ, Α
βλ. πενταετηρίς.

Greek Monotonic

πεντετηρίς: -ίδος, ἡ (ἔτος),
I. διάστημα πέντε χρόνων, Λατ. quinquennium, διὰ πεντετηρίδος, κάθε πέντε χρόνια, σε Ηρόδ.
II. γιορτή που τελείται κάθε πέντε χρόνια, στον ίδ., Θουκ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πεντετηρίς -ίδος, ἡ [πεντετής] periode van vijf jaar; ἡ Πεντετηρίς vijfjaarlijks feest.

Russian (Dvoretsky)

πεντετηρίς: ίδος (ῐδ) ἡ
1) пятилетие: διὰ πεντετηρίδος Her. каждое пятилетие;
2) праздник, справляемый каждое пятилетие Her., Thuc.