περιθείωσις: Difference between revisions
From LSJ
αἰτήσεις ἀκοὐεις σῶν ἱκετῶν· ταχἐως συνδραμεῖς ἀναπαὐων εὐεργετῶν· ἰάματα παρἐχεις, Ἱερἀρχα, τῇ πρὀς Θεὀν παρρησἰᾳ κοσμοὐμενος → You hear the prayers of your suppliants; quickly you come to their assistance, bringing relief and benefits; you provide the remedies, Archbishop, since you are endowed with free access to God.
(nl) |
(3b) |
||
Line 10: | Line 10: | ||
{{elnl | {{elnl | ||
|elnltext=περιθείωσις -εως, ἡ [περί, θειόω] reiniging met zwavel. | |elnltext=περιθείωσις -εως, ἡ [περί, θειόω] reiniging met zwavel. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''περιθείωσις:''' εως ἡ окуривание серой Plat. | |||
}} | }} |
Revision as of 02:00, 1 January 2019
German (Pape)
[Seite 576] ἡ, das Herumgehen und Räuchern mit Schwefel, μαντικαί, Plat. Crat. 405 a.
Greek (Liddell-Scott)
περιθείωσις: ἡ, τὸ περικαθαίρειν θείῳ, Πλάτ. Κρατ. 405Α.
Greek Monolingual
-ώσεως, ἡ, Α περιθειώ
ο καθαρμός, η απολύμανση με θειάφι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
περιθείωσις -εως, ἡ [περί, θειόω] reiniging met zwavel.
Russian (Dvoretsky)
περιθείωσις: εως ἡ окуривание серой Plat.