Σχερία: Difference between revisions

From LSJ

καὶ παρὰ δύναμιν τολμηταὶ καὶ παρὰ γνώμην κινδυνευταὶ καὶ ἐν τοῖς δεινοῖς εὐέλπιδες → they are bold beyond their strength, venturesome beyond their better judgment, and sanguine in the face of dangers

Source
(6)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Σχερία:''' ἡ, ομηρικό [[νησί]] των Φαιάκων, πιθ. η [[Κέρκυρα]], σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''Σχερία:''' ἡ, ομηρικό [[νησί]] των Φαιάκων, πιθ. η [[Κέρκυρα]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''Σχερία:''' эп. Σχερίη ἡ (впосл. [[Κέρκυρα]]) Схерия (остров феаков) Hom., Thuc.
}}
}}

Revision as of 04:24, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Σχερία Medium diacritics: Σχερία Low diacritics: Σχερία Capitals: ΣΧΕΡΙΑ
Transliteration A: Schería Transliteration B: Scheria Transliteration C: Scheria Beta Code: *sxeri/a

English (LSJ)

Ep. Σχερίη, ἡ, Scheria, the country of the Phaeacians, Od.5.34, al.: identified with the island later called Κέρκυρα by Str.7.3.6.

Greek (Liddell-Scott)

Σχερία: ἡ, ἡ νῆσος τῶν Φαιάκων, Ὀδ.· ὑποτίθεται ὅτι εἶναιμετὰ ταῦτα κληθεῖσα Κέρκυρα, Corcyra, «Κορφοὶ» (Corfu), ἴδε Στράβ. 44, 299, ἴδε τὸ ἑπόμ.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
Schérie, île des Phéaciens, identifiée par les Anciens à Κέρκυρα.
Étymologie: σχερός.

Greek Monolingual

και επικ. τ. Σχερίη, ἡ, Α
η χώρα τών Φαιάκων, η οποία ταυτίζεται με την Κέρκυρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. σχερός.

Greek Monotonic

Σχερία: ἡ, ομηρικό νησί των Φαιάκων, πιθ. η Κέρκυρα, σε Ομήρ. Οδ.

Russian (Dvoretsky)

Σχερία: эп. Σχερίη ἡ (впосл. Κέρκυρα) Схерия (остров феаков) Hom., Thuc.