Σχερία

From LSJ

Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt

Menander, Monostichoi, 249
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Σχερία Medium diacritics: Σχερία Low diacritics: Σχερία Capitals: ΣΧΕΡΙΑ
Transliteration A: Schería Transliteration B: Scheria Transliteration C: Scheria Beta Code: *sxeri/a

English (LSJ)

Ep. Σχερίη, ἡ, Scheria, the country of the Phaeacians, Od.5.34, al.: identified with the island later called Κέρκυρα by Str.7.3.6.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
Schérie, île des Phéaciens, identifiée par les Anciens à Κέρκυρα.
Étymologie: σχερός.

Russian (Dvoretsky)

Σχερία: эп. Σχερίη ἡ (впосл. Κέρκυρα) Схерия (остров феаков) Hom., Thuc.

Greek (Liddell-Scott)

Σχερία: ἡ, ἡ νῆσος τῶν Φαιάκων, Ὀδ.· ὑποτίθεται ὅτι εἶναι ἡ μετὰ ταῦτα κληθεῖσα Κέρκυρα, Corcyra, «Κορφοὶ» (Corfu), ἴδε Στράβ. 44, 299, ἴδε τὸ ἑπόμ.

Greek Monolingual

και επικ. τ. Σχερίη, ἡ, Α
η χώρα τών Φαιάκων, η οποία ταυτίζεται με την Κέρκυρα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Βλ. λ. σχερός.

Greek Monotonic

Σχερία: ἡ, ομηρικό νησί των Φαιάκων, πιθ. η Κέρκυρα, σε Ομήρ. Οδ.

Middle Liddell

Σχερία, ἡ,
Scheria, the island of the Phaeacians, Od.: supposed to be the same as Corcyra, Corfu.