ἐπανάγκης: Difference between revisions
τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀναγκαῖον γίγνεσθαι πάροδον καὶ τροπὰς τῶν ἐνδεδεμένων ἄστρων → but if this were so, there would have to be passings and turnings of the fixed stars
(4) |
(1ab) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἐπᾰνάγκης:''' ([[ἀνάγκη]]), μόνο σε ουδ.· <i>ἐπάναγκές</i> (<i>ἐστι</i>), είναι αναγκαίο, υπάρχει [[ανάγκη]], με απαρ. κ.λπ.· ως επίρρ., κατά [[ανάγκη]], αναγκαστικά, σε Ηρόδ. | |lsmtext='''ἐπᾰνάγκης:''' ([[ἀνάγκη]]), μόνο σε ουδ.· <i>ἐπάναγκές</i> (<i>ἐστι</i>), είναι αναγκαίο, υπάρχει [[ανάγκη]], με απαρ. κ.λπ.· ως επίρρ., κατά [[ανάγκη]], αναγκαστικά, σε Ηρόδ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[ἀνάγκη]] only in neut.]<br />[[ἐπάναγκες]] [[ἐστί]] it is [[necessary]], c. inf., etc.: as adv. by [[compulsion]], Hdt. | |||
}} | }} |
Revision as of 22:22, 9 January 2019
English (LSJ)
used only in neut.: 1 ἐπάναγκές [ἐστι] it is compulsory, necessary, c. inf., And.1.1, Pl.Lg.878e, etc.; μηδὲν ἐ. ἔστω let there be no compulsion, ib.765a, cf.Smp.176e. 2 as Adv., on compulsion, ἐ. κομῶντες wearing long hair by fixed custom, Hdt.1.82; ἐ. λέγειν, ἐντίθεσθαι, Aeschin.1.24, D.34.7; ἐ. λαβεῖν Men.576; ἐ. βουλὴν ἀθροισάτω IG22.1100.50, etc.; τὰ ἐπάναγκες Act.Ap.15.28.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπᾰνάγκης: (ἀνάγκη) ἐν χρήσει μόνον ἐν τῷ οὐδετέρῳ: 1) ἐπάναγκες ἐστί, εἶναι ἐπάναγκες, ἀναγκαῖον, ἀνάγκη, μετ’ ἀπαρ., Ἀνδοκ. 25. 7, Πλάτ. κλ.· ἐπ. μηδὲν ἔστω, ἂς μὴ ὑπάρχῃ καταναγκασμός τις, ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 765Β, πρβλ. Συμπ. 176Ε. 2) ὡς Ἐπίρρ., κατ’ ἀνάγκην, ἀναγκαστικῶς, ἐπάναγκες κομῶντες, ἔχοντες μακρὰν κόμην κατ’ ἐπικρατῆσαν ἔθιμον, Ἡρόδ. 1. 82· ἐπ. λέγειν Αἰσχίν. 4. 18, πρβλ. Δημ. 909. 8· ἐπ. λαβεῖν Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 50· ἐπ. βουλὴν ἀθροιζέτω Συλλ. Ἐπιγρ. 355. 51· τύπος τις ἐπάναγκον ἀπαντᾷ αὐτόθι 3652. 19. - Ἴδε Κόντον ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Δ΄, σ. 52, 53.
Greek Monotonic
ἐπᾰνάγκης: (ἀνάγκη), μόνο σε ουδ.· ἐπάναγκές (ἐστι), είναι αναγκαίο, υπάρχει ανάγκη, με απαρ. κ.λπ.· ως επίρρ., κατά ανάγκη, αναγκαστικά, σε Ηρόδ.
Middle Liddell
ἀνάγκη only in neut.]
ἐπάναγκες ἐστί it is necessary, c. inf., etc.: as adv. by compulsion, Hdt.