προδωμάτιον: Difference between revisions
From LSJ
ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσετε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ → bear each other's burdens, and in that way fulfill the anointed King's Law (Galatians 6:2)
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=prodomation | |Transliteration C=prodomation | ||
|Beta Code=prodwma/tion | |Beta Code=prodwma/tion | ||
|Definition=τό, Att. for | |Definition=τό, Att. for [[προκοιτών]], Phryn.227, Hsch. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 12:45, 8 July 2020
English (LSJ)
τό, Att. for προκοιτών, Phryn.227, Hsch.
German (Pape)
[Seite 717] τό, Vorhäuschen, vgl. Lob. Phryn. 252.
Greek (Liddell-Scott)
προδωμάτιον: τό, Ἀττ. λέξις ἀντὶ τοῦ προκοιτών, Φρύνιχ. 252. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «προδωμάτιον· τὸ πρὸ τοῦ κοιτῶνος στοΐδιον».
Greek Monolingual
τὸ, ΜΑ
1. ο προθάλαμος
2. (κατά τον Ησύχ.) «προδωμάτιον
τὸ πρὸ τοῦ κοιτῶνος στοΐδιον».
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + δωμάτιον «θάλαμος, κοιτώνας»].