ἐκχράω: Difference between revisions

From LSJ

Μή μοι γένοιθ', ἃ βούλομ', ἀλλ' ἃ συμφέρει → Ne sit mihi, quod cupio, sed quod expedit → nicht was ich will, geschehe mir, doch was mir nützt

Menander, Monostichoi, 366
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")
mNo edit summary
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ekchrao
|Transliteration C=ekchrao
|Beta Code=e)kxra/w
|Beta Code=e)kxra/w
|Definition=(v. [[χράω]] c), <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">declare as an oracle, tell out</b>, τὰ πόλλ' . . ὅτ' ἐξέχρη κακά <span class="bibl">S.<span class="title">OC</span>87</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> [[suffice]], οὐκ ἐξέχρησέ σφι ἡ ἡμέρα <span class="bibl">Hdt.8.70</span>: impers., c. inf., <b class="b3">κῶς ταῦτα βασιλέϊ ἐκχρήσει περιυβρίσθαι</b>; how [[will it suffice]] him, how [[will he be content]] to . . ? <span class="bibl">Id.3.137</span>.</span>
|Definition=(v. [[χράω]] c), <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[declare as an oracle]], [[tell out]], τὰ πόλλ' . . ὅτ' ἐξέχρη κακά <span class="bibl">S.<span class="title">OC</span>87</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> [[suffice]], οὐκ ἐξέχρησέ σφι ἡ ἡμέρα <span class="bibl">Hdt.8.70</span>: impers., c. inf., [[κῶς]] ταῦτα βασιλέϊ ἐκχρήσει περιυβρίσθαι; how will it [[suffice]] him, how will he be [[content]] to . . ? <span class="bibl">Id.3.137</span>.</span>
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[predecir]] (Φοῖβος) τὰ πόλλ' ἐκεῖν' ὅτ' ἐξέχρη κακά cuando (Febo) presagió aquel cúmulo de desgracias</i> S.<i>OC</i> 87<br /><b class="num">•</b>[[decir, emitir proféticamente]] τοίην ... φωνὴν ἀθα<νά>την Posidipp.Epigr.37.12.<br /><br />[[satisfacer]], [[ser conveniente]] c. dat. de pers. e inf. οὐκ ἐξέχρησέ σφι ἡ ἡμέρη ναυμαχίην ποιήσασθαι el día no les permitió presentar batalla naval</i> Hdt.8.70, κῶς ταῦτα βασιλέϊ ... ἐκχρήσει περιυβρίσθαι; ¿cómo se conformaría el rey con ser ultrajado?</i> Hdt.3.137.
|dgtxt=[[predecir]] (Φοῖβος) τὰ πόλλ' ἐκεῖν' ὅτ' ἐξέχρη κακά cuando (Febo) presagió aquel cúmulo de desgracias</i> S.<i>OC</i> 87<br /><b class="num">•</b>[[decir, emitir proféticamente]] τοίην ... φωνὴν ἀθα<νά>την Posidipp.Epigr.37.12.<br /><br />[[satisfacer]], [[ser conveniente]] c. dat. de pers. e inf. οὐκ ἐξέχρησέ σφι ἡ ἡμέρη ναυμαχίην ποιήσασθαι el día no les permitió presentar batalla naval</i> Hdt.8.70, κῶς ταῦτα βασιλέϊ ... ἐκχρήσει περιυβρίσθαι; ¿cómo se conformaría el rey con ser ultrajado?</i> Hdt.3.137.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐκχράω:''' μέλ. <i>χρήσω</i>, αόρ. βʹ [[ἐξέχρην]]·<br /><b class="num">I.</b> [[χρησμοδοτώ]], [[διακηρύσσω]], [[ανακοινώνω]], σε Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> [[αρκώ]], [[επαρκώ]], σε Ηρόδ.· απρόσ. όπως το <i>ἀποχρᾷ</i>, με απαρ., [[κῶς]] βασιλέϊ ἐκχρήσει; με ποιο τρόπο θα τον ικανοποιήσει; πώς θα τον ευχαριστηθεί; στον ίδ.
|lsmtext='''ἐκχράω:''' μέλ. <i>χρήσω</i>, αόρ. βʹ [[ἐξέχρην]]·<br /><b class="num">I.</b> [[χρησμοδοτώ]], [[διακηρύσσω]], [[ανακοινώνω]], σε Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> [[αρκώ]], [[επαρκώ]], σε Ηρόδ.· απρόσ. όπως το <i>ἀποχρᾷ</i>, με απαρ., [[κῶς]] βασιλέϊ ἐκχρήσει; με ποιο τρόπο θα τον ικανοποιήσει; πώς θα τον ευχαριστηθεί; στον ίδ.
}}
}}
{{elru
{{elru

Revision as of 04:59, 31 October 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐκχράω Medium diacritics: ἐκχράω Low diacritics: εκχράω Capitals: ΕΚΧΡΑΩ
Transliteration A: ekchráō Transliteration B: ekchraō Transliteration C: ekchrao Beta Code: e)kxra/w

English (LSJ)

(v. χράω c),

   A declare as an oracle, tell out, τὰ πόλλ' . . ὅτ' ἐξέχρη κακά S.OC87.    II suffice, οὐκ ἐξέχρησέ σφι ἡ ἡμέρα Hdt.8.70: impers., c. inf., κῶς ταῦτα βασιλέϊ ἐκχρήσει περιυβρίσθαι; how will it suffice him, how will he be content to . . ? Id.3.137.

German (Pape)

[Seite 787] (s. χράω), 1) ein Orakel geben, verkündigen; ἐξ ἀγαθῶν ἔχραον Pind. Ol. 7, 62; ὅτ' ἐξέχρη κακά Soph. O. C. 87. – 2) ausreichen, hinreichen; οὐκ ἐξέχρησέ σφι ἡ ἡμέρη Her. 8, 70; κῶς βασιλῆϊ ἐκχρήσει ταῦτα περιυβρίσθαι, wie wird es behagen, 3, 137.

Greek (Liddell-Scott)

ἐκχράω: (ἴδε χράω γ), χρησμοδοτῶ, θεσπίζω, τά πόλλ’ … ὅτ’ ἐξέχρη κακὰ Σοφ. Ο. Κ. 87, πρβλ. Πίνδ. Ο. 7. 170. ΙΙ. ἐξαρκῶ, οὐκ ἐξέχρησέ σφι ἡ ἡμέρα Ἡρόδ. 8. 70· - ἀπροσ. ὡς τὸ ἀποχρᾷ μετ’ ἀπαρ., κῶς ταῦτα βασιλέϊ... ἐκχρήσει περιυβρίσθαι; ὁ αὐτ. 3. 137.

French (Bailly abrégé)

1seul. fut. et ao. impers. • ἐκχρήσει, • ἐξέχρησε;
suffire : κῶς βασιλῆϊ ἐκχρήσει ; avec l’inf. HDT comment suffira-t-il au roi, comment le roi se contentera-t-il de ?
Étymologie: ἐκ, χράω⁴.
2impf. 3ᵉ sg. ἐξέχρη;
annoncer un oracle, prédire, acc..
Étymologie: ἐκ, χράω³.

Spanish (DGE)

predecir (Φοῖβος) τὰ πόλλ' ἐκεῖν' ὅτ' ἐξέχρη κακά cuando (Febo) presagió aquel cúmulo de desgracias S.OC 87
decir, emitir proféticamente τοίην ... φωνὴν ἀθα<νά>την Posidipp.Epigr.37.12.

satisfacer, ser conveniente c. dat. de pers. e inf. οὐκ ἐξέχρησέ σφι ἡ ἡμέρη ναυμαχίην ποιήσασθαι el día no les permitió presentar batalla naval Hdt.8.70, κῶς ταῦτα βασιλέϊ ... ἐκχρήσει περιυβρίσθαι; ¿cómo se conformaría el rey con ser ultrajado? Hdt.3.137.

Greek Monolingual

(I)
ἐκχράω ιων. τ. ἐκχρέω (Α)
1. εξαρκώ, επαρκώ, είμαι επαρκής για κάτι, ικανοποιώ, αρέσω
2. απρόσ. ἐκχρήσει, ἐξέχρησε με απρμφ.
θα είναι ή υπήρξε επαρκές, αρεστό για κάποιον, θα αρέσει ή άρεσε («κῶς ταῡτα βασιλέι ἐκχρήσει περιυβρίσθαι;» — πώς θα αρέσει —θα είναι ανεκτό— στον βασιλέα να έχει υποστεί αυτές τις προσβολές;)
(II)
ἐκχράω (Α)
αναγγέλλω ως χρησμό, χρησμοδοτώ, προλέγω, θεσπίζω («τὰ πόλλ' ἐκεῑν' ὅτ' ἐξέχρη κακά» — όταν προείπε [χρησμοδότησε] τις πολλές εκείνες συμφορές).

Greek Monotonic

ἐκχράω: μέλ. χρήσω, αόρ. βʹ ἐξέχρην·
I. χρησμοδοτώ, διακηρύσσω, ανακοινώνω, σε Σοφ.
II. αρκώ, επαρκώ, σε Ηρόδ.· απρόσ. όπως το ἀποχρᾷ, με απαρ., κῶς βασιλέϊ ἐκχρήσει; με ποιο τρόπο θα τον ικανοποιήσει; πώς θα τον ευχαριστηθεί; στον ίδ.

Russian (Dvoretsky)

ἐκχράω:
I быть достаточным, пригодным или возможным: οὐκ ἐξέχρησέ σφιἡμέρη ναυμαχίην ποιήσασθαι Her. днем они не смогли вступить в морской бой; κῶς ταῦτα Δαρείῳ ἐκχρήσει περιυβρίσθαι; Her. как можно будет Дарию стерпеть подобные оскорбления?
II (3 л. sing. impf. ἐξέχρη) предсказывать, прорицать (Pind. - in tmesi; πολλὰ κακά Soph.).

Middle Liddell

fut. -χρήσω aor2 ἐξέχρην
I. to declare as an oracle, tell out, Soph.
II. to suffice, Hdt.:— impers., like ἀποχρᾷ, c. inf., κῶς βασιλέϊ ἐκχρήσει; how will it suffice him? how will he be content to . . ? Hdt.